Φονικές και ανεξέλεγκτες: το 2023, οι δασικές πυρκαγιές κατέστρεψαν σχεδόν 4 δισεκατομμύρια στρέμματα δασών, σκότωσαν περισσότερους από 250 ανθρώπους και προκάλεσαν την έκλυση στην ατμόσφαιρα 6,5 δισεκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα.
Πυρκαγιές ιστορικών διαστάσεων στον Καναδά
Η αμερικανική ήπειρος γνώρισε φέτος μια σεζόν δασικών πυρκαγιών που έσπασε όλα τα ρεκόρ, με σχεδόν 800 εκατομμύρια στρέμματα καμένα μέχρι τις 23 Δεκεμβρίου, δηλαδή πάνω από μιάμιση φορά την έκταση της Ισπανίας, 100 εκατομμύρια περισσότερα από τον ετήσιο μέσο όρο της περιόδου 2012-2022 κατά την ίδια ημερομηνία, σύμφωνα με το Global Wildfire Information System (GWIS).
Η μεγαλύτερη καταστροφή σημειώθηκε στον Καναδά, όπου 180 εκατομμύρια στρέμματα δασών κάηκαν φέτος.
Ήταν πυρκαγιές που τροφοδοτούνταν από την ξηρασία και τη ζέστη που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή και «ανεξέλεγκτες», καθώς «οι τακτικές κατάσβεσης αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές», εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο η Πολίν Βιλέν-Καρλοτί, διδάκτορας στη γεωγραφία και ειδική στις πυρκαγιές.
«Δεν είμαστε πλέον ικανοί να τις αντιμετωπίσουμε, στις σημερινές συνθήκες, με τα ανθρώπινα μέσα μας, εξ ου και η σημασία που έχει να ενεργούμε μάλλον εκ των προτέρων, στην πρόληψη, αντί εκ των υστέρων, στη μάχη και την κατάσβεση», συνεχίζει.
Μια φονική χρονιά
Ενενήντα επτά νεκροί και 31 αγνοούμενοι στις πυρκαγιές που σημειώθηκαν τον Αύγουστο στη Χαβάη, 34 νεκροί στην Αλγερία, 28 στην Ελλάδα… Η χρονιά ήταν η πιο φονική του 21ου αιώνα, σύμφωνα με την Emergency Events Database (EM-DAT) του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβέν, με περισσότερους από 250 νεκρούς.
«Πρόκειται για μια υπερβολική θνησιμότητα που υπάρχει κίνδυνος να αυξηθεί τα ερχόμενα χρόνια», με πυρκαγιές «οι οποίες πλησιάζουν επικίνδυνα τις πόλεις», επισημαίνει η Πολίν Βιλέν-Καρλοτί. Τον Αύγουστο, η τουριστική πόλη Λαχάινα στο Μάουι της Χαβάης σχεδόν εξαφανίσθηκε από τη φωτιά.
Και φέτος, επιπλέον των ζωνών που είναι εν γένει εκτεθειμένες, όπως η μεσογειακή λεκάνη (Ελλάδα, Ιταλία, Τυνησία, Αλγερία…), η Βόρεια Αμερική ή η Αυστραλία, άλλες περιφέρειες, που είχαν μέχρι τώρα γλιτώσει, όπως η Χαβάη ή η Τενερίφη, υπέστησαν καταστροφές – αυξάνοντας τον αριθμό των απειλούμενων ανθρώπων και πλήττοντας τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς.
Έξι εκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα
Όσο περισσότερο πολλαπλασιάζονται οι πυρκαγιές, τόσο η βλάστηση έχει λιγότερο χρόνο να μεγαλώσει και πάλι και τόσο περισσότερο τα δάση μπορεί να χάσουν την ικανότητά τους να απορροφούν το διοξείδιο του άνθρακα. «Σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες, οι πυρκαγιές μειώνουν την αποθήκευση του άνθρακα κατά περίπου 10%», εξηγεί η Σολέν Τιρκετί, ερευνήτρια στο LATMOS (Laboratoire Atmosphères, Milieux, Observations spatiales).
Επιπλέον, όταν καίγονται, τα δένδρα απελευθερώνουν μεμιάς στην ατμόσφαιρα όλο το διοξείδιο του άνθρακα -ένα αέριο που προκαλεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου- το οποίο είχαν αποθηκεύσει.
Ο αντίκτυπος είναι πάντως σχετικός: από την αρχή της χρονιάς, οι δασικές πυρκαγιές απελευθέρωσαν περίπου 6,5 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με το Global Wildfire Information System (GWIS), έναντι 36,8 δισεκατομμυρίων τόνων που προέρχονται από τη χρήση ορυκτών καυσίμων (πετρελαίου, αερίου, άνθρακα…) και του τσιμέντου.
Εν γένει, περίπου 80% του άνθρακα, που δημιουργείται από τις δασικές πυρκαγιές, επαναπορροφάται στη συνέχεια από τη βλάστηση που ξαναφυτρώνει την επόμενη σεζόν. Το υπόλοιπο 20% συμβάλλει αντιθέτως στην ενίσχυση της συσσώρευσης διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, τροφοδοτώντας την άνοδο της θερμοκρασίας σε ένα είδος φαύλου κύκλου.
Άμεσος υγειονομικός αντίκτυπος
Εκτός από το διοξείδιο του άνθρακα, οι δασικές πυρκαγίες και οι πυρκαγιές σε εκτάσεις με χαμηλή βλάστηση εκλύουν μια ολόκληρη σειρά από παθογόνα σωματίδια, από μονοξείδιο του άνθρακα μέχρι μια ολόκληρη σειρά άλλων αερίων ή αερολυμάτων (στάχτες, αιθάλη…).
«Οι εκπομπές αυτές αλλάζουν πάρα πολύ την ποιότητα του αέρα, σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων στις πιο σφοδρές πυρκαγιές», λέει η Σολέν Τιρκετί επισημαίνοντας «έναν άμεσο υγειονομικό αντίκτυπο», ο οποίος προστίθεται «στην καταστροφή οικοσυστημάτων, αγαθών και υποδομών».
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε το Σεπτέμβριο στην επιθεώρηση Nature, οι πληθυσμοί των πιο φτωχών χωρών, κατά πρώτο λόγο στην κεντρική Αφρική, είναι πολύ περισσότερο εκτεθειμένοι στην ατμοσφαιρική ρύπανση που προκαλείται από αυτές τις πυρκαγιές, απ’ ό,τι αυτοί των ανεπτυγμένων χωρών.
Η ιδιαίτερη περίπτωση της Αφρικής
Η Αφρική είναι η ήπειρος στην οποία κάηκαν από την αρχή του χρόνου οι μεγαλύτερες εκτάσεις (σχεδόν 2,120 δισεκ. στρέμματα), όμως για την Πολίν Βιλέν-Καρλοτί δεν πρέπει «να δίνουμε υπερβολική βαρύτητα σ’ αυτές τις αφρικανικές πυρκαγιές», επειδή αυτός ο αριθμός δεν αντανακλά «μεγάλες δασικές πυρκαγιές».
Πρόκειται μάλλον για μικρές «αγροτικές φωτιές», «μια παραδοσιακή πρακτική η οποία δεν βλάπτει ιδιαίτερα τα δάση επειδή οι φωτιές είναι ελεγχόμενες» και εφαρμόζεται με κυκλικό τρόπο, λέει η ειδικός.
Έχουν αντίκτυπο στην τοπική χλωρίδα και την τοπική πανίδα, όμως μεσοπρόθεσμα «τα δένδρα θα ξαναφυτρώσουν επιτρέποντας εν γένει μια ανανέωση» της βλάστησης, μια αύξηση της φυτικής διαφορετικότητας, προσθέτει.
Η δυνατότητα αναγέννησης των καμένων επιφανειών εξαρτάται πράγματι από τη συχνότητα των πυρκαγιών στο ίδιο κομμάτι γης και από την ένταση των πυρκαγιών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ